- παυσανίη
- παυσανίαςallayer of sorrowmasc voc sg (epic ionic)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Παυσανίη — Παυσανίης masc voc sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
Παυσανίῃ — Παυσανίης masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
παυσανίῃ — παυσανίας allayer of sorrow masc dat sg (epic ionic) … Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)
προτερώ — έω, Α [πρότερος] 1. προηγούμαι ως προς τον χρόνο ή τον τόπο (α. «προτερεῑ ἀστραπὴ βροντῆς», Επίκ. β. «προτερεόντων δὲ τῶν σὺν Παυσανίῃ», Ηρόδ.) 2. (για τοκετό) γίνομαι πριν από την ώρα μου 3. (για φυτά) είμαι πρώιμος 4. (για πρόσ.) παίρνω την… … Dictionary of Greek